< ἀξιεξήγητος ἀξιέπαινος > ἀξιεπαίνετος, -ον digno de alabanza ἄνθρωπος Tz.Comm.Ar.3.1076.37, παιδαγωγίας τρόπους ἀ. Cyr.Al.M.68.452A.