< Ἑλικωνίτης
ἑλῐκῶπις >
Ἑλικωνῖτις
,
-ιδος
heliconítide
,
del Helicón
δάφνη
Procl.
ad Hes.Op
.proem.p.5.30,
βοτάναι
poét. en Sch.Theoc.18.56,
Μοῦσαι
Tz.
ad Hes.Op
.652.