ἔνθινα, -ων, τά


los asuntos locales καταστα]σάμενος καὶ τὰ ἔ. καλῶς καὶ συμφερόντως βασιλεῖ SIG 709.33 (Quersoneso Táurico II a.C.).
• Etimología: Cf. ἔνθα.