< ἔμπαις
ἐμπαιστικός >
ἔμπαισμα
,
-ματος, τό
incrustación
χελωνίδα ἔχουσαν ἐμπαίσματα ἐλεφάντινα
ID
1417A.1.103, 1425.2.18 (ambas II a.C.)
•
repujado
Eust.883.55.