< ἑκᾰτοντάπῠλος
ἑκατοντάρουρος >
ἑκατονταρουρικός
,
-ή, -όν
de cien aruras
κλῆρος
PTeb
.819.6 (II a.C.) en
BL
8.496, en abrev.
SB
14179.7 (II a.C.) en
BL
10.225.