< ἑκατονταθύσανος
ἑκᾰτοντᾰκάρᾱνος >
ἑκατοντακαιεβδομηκονταπλασίων
,
-ον
que es ciento setenta veces mayor
τὸ (μέγεθος) τοῦ ἡλίου τῆς γῆς
Ptol.
Alm
.5.16.