ἑκαστάκις
• Alolema(s): -κι IKalchedon 13.8 (III a.C.)
adv. cada vez, en cada ocasión
τοῖς ἑ]καστάκις προβούλοις καὶ προδίκοι[ςIG 9(1).683.11 (Corcira III a.C.),
τοὺς θεωροὺς τοὺς ἑ. παραγινομένουςIM 32.27 (III/II a.C.),
οἱ ἑ. ἐόντες ἄρχοντεςIG 9(1).694.22, cf. 8 (Corcira II a.C.), IKalchedon l.c.