ἑδραίωμα, -ματος, τό
1 sede
ἑ. τῆς Σιών τὸ κλίμα ἐστὶ τοῦ βορρᾶAth.Al.M.27.220B
•asiento, fijeza
(ἡ γῆ) διὰ κονίαν ... σαθρὰ καὶ μὴ ἔχουσα ἑ.Olymp.Iob 28.4.
2 fig. soporte, sostén, fundamento c. gen. de abstr.
τῆς ἀληθείας1Ep.Ti.3.15, cf. Epiph.Const.Haer.41.4.14,
τῆς εἰς Χριστὸν πίστεωςAmmon.Aeg.Ep.23, cf. Mac.Aeg.Serm.B 19.1.3, Procop.Gaz.M.87.2409D,
νηστείαςApoph.Patr.Sys.2.35
•ref. pers.
στῦλον καὶ ἑ. τῶν ἐνταῦθαEus.HE 5.1.17, cf. Is.1.29, Rom.Mel.64.13,
τῆς ἘκκλησίαςEus.M.23.869D, Gr.Naz.Ep.44.1, M.35.985A,
glos. a ἔρεισμαSch.Opp.C.1.1.