ἐξατονέω


debilitarse, agotarse, desfallecer físicamente ὑπομένει ὅταν ἐξατονῇ Arist.HA 630b8, τοῖς ζῴοις, ἅτινα ἀπὸ πολλοῦ ἡλίου ἢ καμάτου ἐξατονήσουσι Hippiatr.62.5, cf. Olymp.Iob 133.24, Ath.Al.V.Anton.39.6, ὅταν ἡ αἴσθησις ἐξατονῇ Them.in de An.90.13, fig. τὰ ἐξητονηκότα τῆς ψυχῆς ἡμῶν μέλη Mac.Aeg.Ep.Magn.264.18.