< ἐξαπό
ἑξαποδία >
ἐξαποβαίνω
bajar de
,
desembarcar
c. gen.
ἐξαπέβησαν ἑταῖροι νηός
Od
.12.306, cf. A.R.3.199, 326, abs., A.R.4.246.