< ἔξανδρος
ἐξάνειμι >
ἐξανεγείρω
elevar
,
alzar
κραυγὴν ... ἐξανεγεροῦσιν
Aq.
Is
.15.5
•
de instrumentos musicales
resonar
σάλπιγγες
Poll.4.86.