ἐνθάλπω


1 entibiar, templar ἡ περὶ τὸν ἥλιον θερμασία ... χώραν καὶ ... ὕδωρ ἐνθάλπουσα D.S.2.52, ἐνθάλπων ἑαυτὸν ἐπιβλήμασι Gal.10.505.

2 fig. en v. med. arder de amor, Phryn.PS 71 (cód.).