< ἐνζώννυμι
ἔνη >
ἐνζωογονέω
engendrar
en v. pas.
τὰς ἕλμινθας ... ἔσωθεν ἐκ κακοχυμίας ἐνζωογονεῖσθαι τοῖς σπλάγχνοις
Gr.Nyss.
Hom.in Eccl
.384.4.