< ἐμμελέτημα
1 ἐμμελής >
ἐμμελετητέον
hay que ejercitarse en
,
hay que practicar
c. dat.
ταῖς αἰτιατικαῖς (πτώσεσι)
Theo
Prog
.74.26, cf. Plu.2.531f, Them.
Or
.4.51b.