ἐκτελέω
• Morfología: [impf. 3a. plu. ἐξετέλειον Od.4.7, pas. ἐξετελεῦντο Od.11.294; fut. ind. ἐκτελεῖ (tm.) Il.4.161, ἐκτελέει Il.10.104, Od.10.27; aor. ind. ἐξετέλεσσεν Il.18.79, ἐξετέλεσε Paus.8.7.6, subj. 1a. sg. ἐκτελέσω Od.2.98, part. ἐκτελέσσαντες Sapph.17.5; perf. ind. ἐκτετέλεσται Od.22.5]
A tr.
I c. ac. de la palabra o asim.
1 cumplir frec. c. intervención divina:
a) oráculos, profecías, juramentos
(ὅρκια) ἔκ τε καὶ ὀψὲ τελεῖ (Ὀλύμπιος)Il.4.161,
Φίλιππος οὐ πρόσω βιώσας ἕξ τε καὶ τεσσαράκοντα ἐτῶν τὸ μάντευμα ἐξετέλεσεPaus.8.7.6, cf. Lyd.Mens.4.67, Eus.PE 2.2.20, 3.13.17, Them.Or.20.234c,
Διὸς ... τὴν ἑαυτοῦ πρόθεσιν ἐκτελέσαντοςOenom.6.65;
b) promesas, ruegos, tb. c. dat. de pers.
οὐδὲ τοὶ ἐκτελέουσιν ὑπόσχεσινIl.2.286,
εἴποτε τοί τι πατὴρ ἐμὸς ... ἢ ἔπος ἠέ τι ἔργον ὑποστὰς ἐξετέλεσσεOd.4.329,
τὴν ὑπόσχεσιν τῷ Ἀρταφρένεϊ ἐκτελέσαιHdt.5.35,
εὐχήν τινα ἐκτελῶν ἐπὶ σωτηρίᾳ παιδόςPaus.5.26.5, en v. pas.
ὧδε γὰρ ἐκτελέεσθαι ὀΐομαιun augurio Il.12.217,
Διὸς νόος ἐξετελεῖτοh.Merc.10,
ἐκτελοῖτο δὴ τὰ χρηστάque se cumplan los vaticinios favorables A.Pers.228,
κατὰ δαίμονα καὶ τύχαν τὰ πάντα βροτοῖσιν ἐκτελεῖταιDiagor.2.2, cf. Call.Fr.12.6,
προφητεία ἐκτετελεσμένηOrigenes Hom.11 in Lc.p.77, cf. Eus.DE 1.10 (p.48);
c) órdenes, advertencias
ἐγώ τοι πάντα μάλ' ἐκτελέω καὶ πείσομαι ὡς σὺ κελεύειςIl.23.96,
τὰ προστάγματα τοῦ στρατηγοῦArr.Epict.3.24.32, cf. Paus.2.19.6, Porph.VP 8,
(τὰ ἄστρα) προσετάγησεν ἐκτελεῖν τὰ εἰς οἰκονομίαν ἐπιτήδειαse impuso a los astros cumplir lo relativo a la economía divina Clem.Al.Strom.6.16.148;
d) las obligaciones consignadas
ἐκτελῶν τὴν χρείανen un contrato POxy.1426.15 (IV d.C.),
ἐκτελοῦντα πάντα τὰ ἐπιτραπησόμενα αὐτῷ ὑπὸ τοῦ διδασκάλουde los deberes de un aprendiz BGU 1021.15 (III d.C.), cf. PMasp.1.14, POxy.140.13 (ambos VI d.C.),
τὰ προσήκοντα αὐτοῖςBGU 747.ue.5 (II d.C.).
2 acatar, cumplir
τὰ νόμιμαX.Lac.10,
ἔργῳ τὰ τοῦ καλοῦ καὶ ἀγαθοῦ ἐκτελεῖςcumples de obra lo que corresponde al hombre bueno y honrado Arr.Epict.3.24.111,
ἐντολάςClem.Al.Paed.1.11.98,
ἐκτελέσαι τὰ τῆς εὐσεβείαςCharito 6.2.2.
3 dar cumplimiento, ejecutar, hacer realidad c. ac. del pensamiento o deseos humanos, frec. c. dat. de pers.
οὔ θην Ἕκτορι πάντα νοήματα ... Ζεὺς ἐκτελέειZeus no hará realidad todos los deseos de Héctor, Il.10.105,
μή οἱ ἀπειλὰς ἐκτελέσωσι θεοίIl.9.245, cf. 18.79,
ἐπιθυμίηνHdt.1.32,
τὸν ἔρωταPl.Smp.193c.
II c. ac. del hecho y la acción
1 llevar a cabo, realizar
a) acciones, hazañas
ἐκτελέσαι μέγα ἔργον, ὅ οἱ Διόθεν θέμις ἦενHes.Sc.22, cf. 38,
(ὄμνυ) ἐμοὶ τὸ λεχθὲν ἔργονS.Tr.1187,
σὺν τᾷ (ἀλακάτᾳ) πόλλα μὲν ἔργ' ἐκτελέσῃς ἀνδρεΐοις πέπλοιςTheoc.28.10,
ἐκτελέσαι δὲ πρᾶξιν Ἀμφικτύονας θ[εὸς] κελεύει τάχοςPhilod.Scarph.105,
Ἀμφιτρυωνιάδην ... πόνονAP 14.55,
τὰς οἰκετικὰς χρείαςI.AI 8.160, en v. pas.
ἄεθλος ... ἐκτετέλεσταιOd.22.5,
πᾶν ὃ θέλεις ... χρέος ἐκτετέλεσταιTheoc.25.53;
b) funciones naturales
περιπάτησινPorph.Gaur.1.3, en v. pas.
νῦν δ' ἤδη τόδε μακρὸν ἐέλδωρ ἐκτετέλεσταιOd.23.54.
2 celebrar actos sociales o religiosos:
a) rel. la boda o el acto sexual
τοῖσιν δὲ θεοὶ γάμον ἐξετέλειονOd.4.7, cf. h.Pan.35, Theoc.22.206, AP 6.79 (Agath.), PCair.Preis.2.8 (IV d.C.),
τὸ τῆς Ἀφροδίτης μυστήριονPMag.36.306,
μοιχείας ... καὶ φθορὰς ... χρῆναί φασιν ἐκτελεῖνde ciertas prácticas paganas, Eus.PE 4.16.22, en v. pas.
σοὶ μὲν δὴ γάμος ὠς ἄραο ἐκτετέλεστ'Sapph.112.2,
ὧδε καὶ ἀθανάτων ἱερὸς γάμος ἐξετελέσθηTheoc.17.131, cf. X.Eph.3.5.1,
ὡς μὴ μεθ' ἡμέραν τὰ μυστικὰ τῆς φύσεως ἐκτελεῖσθαι ὄργιαde los novios, Clem.Al.Paed.2.10.96;
b) funerales
τὰ καθήκοντα ἐπὶ τῷ θανάτῳ ἐξετέλεσαPOxy.1121.15 (III d.C.), cf. Mitteis Chr.319.58 (crist.),
τὰ περὶ τὴν κήδειαν τοῦ Καλασίριδος ἐκτελέσαςHld.8.3.4, cf. PMonac.8.5, PLond.1727.37 (ambos VI d.C.),
τὰ νομιζόμεναX.Eph.3.8.1, en v. pas.
ταφῆς ἐκτελεσθείσηςApp.Hisp.75;
c) juegos
ἐκτελέωμεν ἄεθλονOd.21.135, 180, 268, cf. Mosch.4.89, Gal.5.843;
d) ritos y sacrificios en gener.
θυσίας ... χαριστηρίουςI.AI 2.269,
ἐκτελοῦντες τὰς τῶν θεῶν λειτουργίαςPTeb.302.30 (I d.C.),
τὰς ἱε[ρου]ργίαςPTeb.293.21 (II d.C.),
ἱερεὺς ... τὰ πρὸς τοὺς θεοὺς καὶ τοὺς ἱερεῖς πάντα δαψιλῶς ... ἐξετέλεσαIKeramos 36.8 (imper.),
πάντα ἐξετέλε<σ>σεν ἐπάξια μύστιδος ἀρχῆςIPhilippi 125.10.
3 c. ac. de cargos civiles o relig., magistraturas, etc. desempeñar, ejercer frec. c. adv. indic. elogio
τὰς λοιπὰς ἀρχὰς καὶ λειτουργίας πάσας ἐκτετελέσαντα τῇ πατρίδι φιλοτείμωςIEphesos 3011.4, cf. 661.30 (ambas II d.C.),
πάσας ἀρχὰς καὶ λειτουργίας λαμπρῶς καὶ ἐπιφανῶς ἐκτετελεκότοςMAMA 6.76.8 (Atuda II/III d.C.), cf. IG 12(1).832.13 (Lindos, imper.), IPrusias 1.11 (III d.C.), IPE 12.52.6 (Olbia II/III d.C.),
ὑπηρεσίανPOxy.2764.17, cf. PSI 1243.15 (ambos III d.C.), POxy.1196.14 (IV d.C.),
λειτουργίας ... τῇ γλυκυτάτῃ πατρίδιTAM 5.970.15 (Tiatira, imper.),
τὰς πολιτείαςIG 4.672.4 (Nauplia, imper.),
ἔργῳ τὴν διακονίαν ἐκτελείτωClem.Al.Strom.3.12.79, cf. Pall.H.Laus.13.2, Them.Or.34.456.
III ref. actos considerados neg.
1 ejecutar, perpetrar actos ilícitos, deshonrosos, etc.
ἐκτελέσας μέγα ἔργον (el haber seducido Egisto a Clitemestra)Od.3.275,
παραιβασίην ἀλεγεινὴν ἐκτελέεινHp.Iusi.2.5, cf. D.C.63.21.1, Chrys.M.56.538, en v. pas.
ἐκτελεσθέντος ... τοσοῦδε ἄγουςApp.BC 2.118.
2 pasar por, padecer fig.
ἀγῶναςref. combates, sufrimientos, LXX 2Ma.15.9,
χρὴ] ταύτας (λύπας) ἐκτελέσαντα θανεῖνhay que morir tras haber padecido (las penas) IG 9(1).256.10 (Halas),
τὰς ἐξ ἔθους ... πρὸς ἡμῶν ἐπιτελουμένας ἀσκήσειςEus.HE 2.17.21.
IV c. énf. en el fin y el resultado
1 dar como resultado, producir
οὔ τι θεοὶ γόνον ἐξετέλειον ἐξ ἐμεῦlos dioses no producían descendencia de mi, Il.9.493,
οὔ νύ τι κέρδιον ἡμῖν ἔλπομαι ἐκτελέεσθαιIl.7.353,
ὅσσα (ἄλγεα) τε μητρὸς Ἐρινύες ἐκτελέουσιOd.11.280,
οὔ νύ τι κέρδιον ἡμῖν ἔλπομαι ἐκτελέεσθαιIl.7.353.
2 terminar, acabar, llevar a término
ὁδὸν ἐκτελέσαντεςOd.10.41,
μακρὴν ποσσίν ... ὁδὸν ἐκτελέσαιThgn.72, cf. Luc.Syr.D.55,
τὸν Ἰάσονος εὔδοξον πλόον ἐκτελέσαιςPi.Fr.172.6,
(ἵπποι) δολιχὸν δρόμον ἐκτελέουσινOpp.C.1.291,
μίμνετ' ἐπειγόμενοι ... εἰς ὅ κε φᾶρος ἐκτελέσωOd.2.98, 19.142, cf. 156, 24.146,
τὰ λείποντα τῷ νηῷLuc.Syr.D.26, cf. Porph.Gaur.10.4,
τὴν σκέψινPl.R.434d,
θεεικὴν σοφίανMAMA 1.228.6 (Frigia, crist.), en v. pas.
πόλεμοςApp.BC 2.92.
3 culminar, ejecutar, c. ac. de la obra de arte crear
ἄγαλμαPaus.1.40.4,
εἰκόναςAP 7.563 (Paul.Sil.), abs. LXX 2Pa.4.5, en v. pas.
ἐκτετελεσμένον ἤδη τὸ ἄγαλμα ἦνPaus.5.11.9, fig.
ὁ κατ' εἰκόνα ἐκτελούμενος τοῦ κυρίουel (hombre) creado a imagen del Señor, Clem.Al.Strom.3.9.69,
ἔνθα μυστικῶς ἀνθρώπου ἐκτελεῖται γένεσιςClem.Al.Strom.4.23.150.
4 arq. culminar, edificar, fundar
τεῖχοςApp.Hisp.45,
δόμον (ref. a la tumba)IGLBulg.207.3 (Filipópolis IV d.C.), abs.
ἤρξαντο οἰκοδομεῖν καὶ οὐκ ἴσχυσεν ἐκτελέσαιEu.Luc.14.30, cf. 29, frec. en inscr., ref. tácitamente al propio monumento MAMA 5.134.6 (Frigia II/III d.C.), 1.232.7 (Laodicea Combusta, crist.)
•en v. med. mismo sent.
χρηστήριον ἐκτελέσαντοBoeo 1.1, en v. pas.
ἔργον ... ἐξετελέσθηPrinceton Exp.Inscr.738 (Siria, imper.), cf. I.AI 15.380.
5 hacer efectivo, pagar
τοιήνδε ζημίηνLuc.Syr.D.6,
τὸν φόρονClem.Al.QDS 21.4.
V c. valor espacio-temporal
1 c. compl. de tiempo cumplir, completar
εὖτ' ἂν ... χειμέρι' ἐκτελέσῃ Ζεὺς ἤματαHes.Op.565,
εἴκοσι ... ἐνιαυτούςPi.P.4.104,
τίκτουσι γυναῖκες ... οὐ πᾶσαι δέκα μῆνας ἐκτελέσασαιHdt.6.69,
τὸν ἐνιαύσιον ... χρόνονdel término de una magistratura, D.H.10.60,
ζωῆς ἐκτελέσας ὀκτὼ καὶ δέκα ἔτηIG 9(2).658.6 (Larisa, imper.),
μετὰ σοῦ πάντα τὸν τῆς ζωῆς μοῦ χρόνονPMasp.155.12, cf. PFlor.93.11 (ambos VI d.C.).
2 c. ac. ref. la ‘vida’ llevar a término, vivir hasta el final
ὑγιείᾳ αὐτῷ ... δὸς βίον ἐκτελέσαιCEG 760.5 (Atenas IV a.C.),
τὸν βίον ἐξετέλεσεν εὐσεβῶνD.S.1.49,
βίον ἄλυπονMen.Comp.1.19, en inscr. funerar.
βίον ὄλβιον ἐκτελέσαντεςIHadrianopolis 78.12 (II d.C.),
καλῶς βίον ἐξετέλεσενMAMA 1.228.9 (Frigia, crist.)
•fig.
τεσσαρακονταέτης Μοιρῶν μίτον ἐξετέλεσσεIG 12(7).292.9 (Amorgos II/III d.C.), cf. 4.627.5 (Argos II/III a.C.),
παρθενίην ἐκτελέσασαllevando hasta el final tu virginidad, e.d. muriendo vírgen, ITyr 204.5 (crist.).
B intr. en v. act. y med.-pas.
I
οὐδ' ἄρ' ἔμελλεν ἐκτελέεινel regreso a Ítaca de los compañeros de Ulises Od.10.27,
πρὸς τὸ τὰς φυσικὰς ἐνεργείας ἐκτελεῖσθαι καλῶςpara que las funciones naturales se realicen correctamente Gal.14.282,
τοπικαὶ κινήσεις ... ἐκτελοῦνταιPorph.Gaur.7.3.
2 cumplir su propósito
καὶ νύ κεν ἐξετέλεσσαν, εἰ ἥβης μέτρον ἵκοντοy hubieran cumplido su propósito, si hubieran llegado a la culminación de su juventud, Od.11.317, cf. Simon.Eleg.69, c. el compl. en el cont.
Δαρείου βασιλέος ἐκτελέσας κατὰ νοῦνHdt.4.88.
II usos temp.
1 cumplirse, pasar
ὅτε δὴ μῆνές τε καὶ ἡμέραι ἐξετελεῦντοOd.11.294, h.Ap.349,
ἐν γὰρ ἑξήκοντα μιῆς δεούσῃσιν ἡμέρῃσιν ἐγγύτατα δύο μῆνες ἐκτελεῦνταιen cincuenta y nueve días casi se cumplen dos meses Hp.Oct.4.
2 llegar al fin de sus días, envejecer
πρὶν ἐκτελέσαι κατέβη δόμον Ἄϊδος εἴσωantes de envejecer descendió al Hades Thgn.917.