ἐκπιτύζω
lanzar a presión en v. pas.
ἵν' οὖν ... εἰς τὸν δοθέντα τόπον ἐκπιτύζηται τὸ ὑγρόνHero Spir.1.28, cf. Aut.4.1, en v. act.
glos. a ἐκκοχυλίζεινPhot.ε 413; cf. ἐκπυτίζω.
ἵν' οὖν ... εἰς τὸν δοθέντα τόπον ἐκπιτύζηται τὸ ὑγρόνHero Spir.1.28, cf. Aut.4.1, en v. act.
glos. a ἐκκοχυλίζεινPhot.ε 413; cf. ἐκπυτίζω.