ἐκδοχεῖον, -ου, τό
• Alolema(s): -ίον AP 14.60.2
1 depósito, receptáculo del cuerpo, ref. a la sepultura, Demetr.Lac.Herc.1012.41.11 (dud.), c. gen. obj.
τῆς λείαςI.BI 4.512,
εἰμὶ δὲ Μουσάων μυστικὸν ἐ.ref. a una tablilla AP l.c.,
πᾶς δ' ὁ γεννώμενος ἐν τῇ χώρᾳ λίβανος εἰς αὐτὴν ὥσπερ ἐ. εἰσάγεταιPeripl.M.Rubri 27,
τῶν ἐκκρίσεων τὰ ἐκδοχεῖαlos recipientes de excrementos Clem.Al.Paed.2.3.39
•fig.
ἐ. πάντων τὸ ἱερὸν γέγονενI.BI 5.402,
ἡ ἀκοὴ ... ὥς φησιν Δημόκριτος «ἐ. μύθων οὖσα»Porph.in Harm.32.10 (= Democr.A 126a), cf. Iren.Lugd.Haer.1.14.1.
2 depósito, almacén, ID 1416B.1.4, 1417C.15 (ambas II a.C.).
3 cisterna, aljibe
τό τε ὑδραγώγιον καὶ τὸ ἐ. ... κατασκευάσασαIBeroeae 40.6 (II d.C.), cf. ILaod.Lyk.12 (I d.C.), SEG 43.791.3 (Éfeso I d.C.), I.BI 3.186,
τῶν γὰρ ἐκδοχείων ὕδατος ἀναπλησθέντωνI.BI 1.287, cf. AI 14.391,
exceptorium, Gloss.2.289.