ἐκδικία, -ας, ἡ
I
ἐπὶ τοῖς θεοῖς ποιεῖσθαι τὴν ὑπὲρ ὧν ἂν πάθωσιν ἐκδικίανOnas.37.4, cf. Corp.Herm.Fr.23.56, c. gen. de la persona vengada
ἐπὶ τὴν ἐκδικίαν τοῦ πατρὸς ἐξῄεσανse aprestaron para la venganza de su padre asesinado, ref. a los hijos de Alcmeón, Apollod.3.7.6,
τἀδελφοῦI.AI 13.19, cf. 1.208, Gal.14.239.
2 castigo del delito o su autor
ὧν πεπόνθαμενCharito 7.1.7,
ἡ τινῶν πλεονεξία τὴν παραυτίκα ἐκδικίαν αἰτεῖSEG 26.1392.29 (Sagalaso I d.C.),
τῆς εἰς σωφροσύνην ὕβρεωςHld.1.3.1,
κατὰ τούτων ... εὐτονίᾳ τῇ προσηκούσῃ ἐ. γίγνοιτοIG 22.1121.45 (IV d.C.), cf. IEphesos 3803f.6 (IV d.C.).
3 derecho de enjuiciamiento, obligación de perseguir criminalmente al autor de un delito
ἔχειν τὴν περὶ τούτων ἐκδικίανIEphesos 27.219 (II d.C.).
4 satisfacción o reparación legal, justicia
ἵνα δυνηθῶ τὰ ἴδια ἀπολαβεῖν καὶ ἐκδικίας τυχεῖνSB 6952.12 (II d.C.),
τυχεῖν με τῆς δεούσης ἐγδικίαςPTeb.304.20 (II d.C.), cf. PEuphr.2.13 (III d.C.),
δέησίν σοι προσφέρομεν ... χρῄζουσαν τῆς σῆς ἐκδικίαςPGen.16.10 (III d.C.), cf. D.C.38.7.4, POxy.4122.18 (IV d.C.).
II
αἱ ἐπὶ τὰ ἔκκλητα ἐκδικίαιMichel 459.23 (Telmiso II a.C.), cf. TAM 2.508.25 (Pinara I a.C.),
πολλὰς πρεσβείας καὶ ἐκδικίας τῇ πατρίδι παρασχομένουIStratonikeia 1025.24 (II d.C.), cf. IEphesos 614C.10 (I d.C.),
τὰς ἐνχειρ[ι]σθείσας αὐτῷ ... ἐγδικίας τετελ[ε]κότα ἴσως καὶ δικαίωςCIG 2771.2.11 (Afrodisias I/II d.C.), cf. IG 12(2).134.8 (Mitilene II d.C.?).
2 oficina del ‘defensor civitatis’ (cf. ἔκδικος II 4)
βοηθὸς τῆς ἐκδικίας τῆς ἈνταιοπολιτῶνPMasp.87.1, cf. SB 6000.2.5 (ambos VI d.C.).