ἐκδηϊόομαι


arrasar, destrozar ὥσπερ γάρ τις ποταμὸς ἀένναος ... ἐκδηιούμενος Procop.Arc.19.10, cf. dud. en act. †ἐξεδίωσε (quizá ἐξεδῄωσεν) Hsch.ε 3633.