ἐδωδιαῖος, -α, -ον


alimenticio subst. τὰ ἐδωδιαῖα alimentos fig. παραθείς τε τράπεζαν ἐκ τῶν ἐδωδιαίων ... τῆς σοφῆς ... αὐτοῦ ψυχῆς Ephr.Syr.Enc.Bas.p.345.6.