ἐγχαράσσω
• Alolema(s): át. -ττω
• Morfología: [lesb. aor. inf. pas. ἐνχαράχθην IG 12(2).67.13 (Mitilene II d.C.)]
I
a) sobre piedra
(τὴν ὠνήν) ἐς τὸ ἱερόνFD 6.137.14, cf. 124.11 (ambas I d.C.),
στήλαις ... τὰς ὁμολογίαςD.H.2.55, cf. IG 22.1088.45 (II d.C.),
κατὰ τῶν λίθων ... γράμματαPlu.Them.9, cf. IG 9(1).61.54 (Dáulide II d.C.),
ἐν στήλαις ... μου τὴν γνώμη[νIEphesos 3803d.16 (IV d.C.), cf. Eus.HE 10.2.2, en v. pas.
(τὸ δὲ ψάφισμα τόδε) ἐνχαράχθην ... ἐς στάλλανIG l.c., cf. SB 8267.42 (I a.C.),
ἐπί τινος μνήματος ἀσύμφωνα ἐγκεχαραγμένα στοιχεῖαVit.Aesop.G 78,
ὅσα δεῖ ... πράσσειν ... τῇδε τῇ στήλῃ ἐνκεχάρακταιIPDésert 67.6 (I d.C.), cf. SEG 39.456.21 (Tespias II d.C.),
τῆς ἐπιγραφῆς ἐνκεχαραγμένης τῇ σορῷISmyrna 246.4 (II d.C.),
ἥπερ (κρίσις) ... ἐν τῷ ἱερῷ ... ἐνκεχαραγ[μένη ἐστίνFD 4.295.5.2 (II a.C.),
τὰς παρανόμως ἐνκεχαραγμένας (ἐπιγραφάς) ἐκκολάψαι διὰ τοῦ δαμοσίουSokolowski 3.174.10 (Calimna II d.C.)
•subst.
οὐδενὶ ἐξέσται ... ποιῆσαί τι ὑπεναντίον τοῖς ἐνκεχαραγμένοιςIEphesos 2299.14;
b) sobre bronce o plomo
προμαντείαν εἰς τὸν αὐτὸν λύκονPlu.Per.21,
πλάκαν ἐς μολιβῆν ... ἐνχάραξον ὃ βούλει γενέσθαιPMag.7.433, cf. SB 4224.27 (I a.C.), en v. pas.
ἃς (πράξεις) ἀπέλιπεν ἐπὶ Ῥώμης ἐγκεχαραγμένας χαλκαῖς στήλαις δυσίνMon.Anc.Gr.tít.,
εἰς δ[έλ]τον χαλκῆν γράμματα ἐνκεχαραγμέ[να ἔστωFD 4.37B.25 (II a.C.);
c) sobre madera
τοὺς ἄξονας, οἷς ἔμελλε Σόλων τοὺς νόμους ἐγχαράξεινPlu.2.779b,
ἐν ξυλίνοις δέλτοις ... τοῦτοWilcken Chr.281.44 (IV d.C.), en v. pas.
κιβωτὸς ξυλίνη ... ἐνκεχαραγμένα ἔχουσα ὀνόματα ἀρχ[όν]τωνID 1426B.2.107 (II a.C.);
d) sobre otros soportes: sobre papiro escribir
τοῖς αὐτοῖς βιβλίοις πρᾶγμα παράνομονStud.Pal.20.86.18 (IV d.C.), cf. Manes 60.11, sobre una manzana, en v. pas., Aristaenet.1.10.31.
2 grabar, imprimir
a) figuras en distintas superficies con distintas técnicas: relieves en piedra
ναῦς ἐγκεχαραγμένας τοῖς τάφοιςPhilostr.VA 1.24,
ταλαμῶνι ... ἔχοντα (sic) ἐνκεχαραγμένους στεφάνουςIApameia 116.3, emblemas en sellos
ἔχουσι δὲ ἐπὶ τῇ δημοσίᾳ σφραγίδι τὸν ἕσπερον ἀστέρα ἐγκεχαραγμένονStr.9.3.1, marcas de caballo
σημεῖον δέ οἱ ἦ βοὸς κεφαλὴ ἐγκεχαραγμένηArr.An.5.19.5, cf. Aristox.Fr.87, marcas en la piel POxy.1680.12 (III/IV d.C.), emblemas en barcos
τῶν ἐν ἑκάστῃ πόλει θεῶν τὰ παράσημα ... τοῖς πλοίοιςPBeatty Panop.2.209 (III d.C.);
b) fig., c. ac. de abstr.
ἐνεχάραξε τὸ θεῖον αὐτῷPs.Archyt.Pyth.Hell.44.8,
ἡμῖν τὸ τῆς ... θεότητος κάλλοςCyr.Al.Luc.1.118.25,
τὰς συμβουλίας τῇ ψυχῇThem.Or.104d;
c) leyendas o figuras en monedas
τῶν νομισμάτων τοῖς παλαιοτάτοις βοῦν ἐνεχάραττονPlu.Publ.11,
Μιτυληναῖοι μὲν Σαπφὼ τῷ νομίσματι ἐνεχαράξαντοPoll.9.85, cf. D.C.44.4.4, en v. pas.
νόμισμα καινὸν κόψαι ἐγκεχαραγμένον τῇ μὲν τοῦ Γλύκωνος, κατὰ θάτερα δὲ τοῦ Ἀλεξάνδρουacuñar nueva moneda con la efigie, por un lado, de Glicón, y por el otro, de Alejandro Luc.Alex.58,
δραχμαὶ γράμμασιν Ἑλληνικοῖς ἐγκεχαραγμέναι ἐπίσημα τῶν μετ' Ἀλέξανδρον βεβασιλευκότωνPeripl.M.Rubri 47.
3 c. ac. de pers. alistar, enrolar
τοῦτο δὲ ἀποτίσαντες εὐθὺς ἐγχαράττονται ἀνεξετάστωςAgath.5.15.5.
4 bot. sangrar, hacer una incisión en
δρεπάνῳ ... τὸ πρέμνον ἐγχαράξομενharemos una incisión con la podadera en el tronco de la vid Gp.5.38.2, en v. pas.
συλλέγεται δὲ ὁ ὀπὸς ἐγχαρασσομένης τῆς ῥίζηςDsc.3.80.1.
5 medic. escarificar, sajar
μέρη τοῦ σώματος ... φλεγμαίνονταGal.11.321, cf. Antyll. en Orib.7.16.3.
II en v. med. hacer grabar, mandar grabar
(ἄγκυρα) ἣν Σέλευκος ἐνεχαράττετο τῇ γλυφῇel ancla que Seleuco había hecho grabar en su sello real Clem.Al.Paed.3.11.59.