< ἄπεπτος
Ἀπεράντεια >
Ἄπερ
,
-ερως, ὁ
Aper
gramático, discípulo de Aristarco, s. II a.C., Sud.s.u.
Ἡρακλείδης
(corrupto, cjs. Ἀντέρως, Ἀπίων).