< Ἀστερουσία
ἀστεροφανεία >
Ἀστερουσιανοί
,
οἱ
• Alolema(s):
-ρουσιεῖς
,
-ρούσιοι
ét.
de Asterusía
St.Byz.s.u.
Ἀστερουσία
.