< Ἀμᾰρυνθιάδες
Ἀμᾰρυνθίς >
Ἀμᾰρύνθιος
,
-α, -ον
de Amarinto
Ἄρτεμις
Str.10.1.10, St.Byz.s.u.
Ἀμάρυνθος
.