< Ἀδωνίας
Ἀδωνιασμός >
Ἀδωνιάς
,
-άδος, ἡ
• Prosodia:
[ᾰ-]
1
Adonia
de Afrodita
, Nonn.
D
.33.25.
2
n. de una deidad mágica
ἄγ]γελος Ἀδωνίας Ἀδωναεί
Suppl.Mag
.10.10.