< Ἀγᾰμεμνόνειος
†ἀγαμεμνόνη· >
Ἀγᾰμεμνόνεος
,
-έα, -εον
• Prosodia:
[ᾰ-] [ép. fem. -έη
Il
.10.326, 23.295]
de Agamenón
νῆα
Il
.10.326,
ἄλοχον
Od
.3.264,
de una yegua
Il
.23.295.