< Ἀβαντιάδης
Ἀβαντίδας >
Ἀβαντιάς
,
-άδος
• Prosodia:
[ᾰ-]
Abantíade
,
de los Abantes
Call.
Del
.20, Hdn.Gr.2.465, St.Byz.s.u.
Ἀβαντίς
(cf. Ἀβαντίς, Ἄβας).