ἄσις, -εως, ἡ
• Prosodia: [ᾰ-]
limo, cieno
τόσσην οἱ ἄσιν καθύπερθε καλύψωIl.21.321,
εἰς ἅλα Νεῖλος ... κατέχευεν ἄσινNic.Th.176,
ἄσιν ἁλὸς ... φέρβεταιOpp.H.3.433,
ἐκ μακρᾶς οὖν θαλάσσης ἀπόλουσαι τὴν ἄσινCharito 2.2.2,
ὕδατι τὴν ἄσιν ἀποκαθήραντεςPoll.1.49, cf.
ἄσιν· ἀκαθαρσίανHsch.α 7655.
• Etimología: Etim. desc. Quizá rel. ai. ásita ‘negro’ y ἀ- < *n̥-.