ἄντομαι
I
ἀλλήλοισινIl.15.698, cf. 16.788, Pi.Fr.52b.42, Nonn.D.18.9
•abs. Il.2.595, A.R.1.771
•de cosas encontrarse con, toparse con de una lanza
ἀργύρῳ ἀντομένη ... ἐτράπετ' αἰχμήIl.11.237
•fig.
χαλεπῇ ἤντεο θευμορίῃCall.Epigr.30.4.
2 cruzarse de las dos piezas de una coraza Il.4.133.
II saludar, acoger con agrado c. gen.
φόρμιγγοςPi.P.2.71.
III suplicar c. πρός y ac. de pers.
πρός σε ... ἄντομαι Διόςte suplico por Zeus E.Alc.1098,
πρός <σε> γενειάδοςE.Supp.278,
πρός σ' ὅ τι σοι φίλον ἐκ σέθεν ἄντομαιS.OC 250
•c. ac. de pers.
σε τῆσδε πρὸς γενειάδος γονάτων τε τῶν σῶνE.Med.709,
πρὸς γενείου σ' ἀ.E.IA 1247,
Ἑρμῆν ... ἄντομαιsuplico a Hermes Ar.Th.977,
σε πρὸς θεῶνLuc.Ocyp.155, abs.
πατρὸς ὑπὲρ τού<του> μόνου ἄντομαιen favor de este mi padre, abandonado, suplico S.OC 243,
ἔλθετον, ἀντόμεθ'Ar.Th.1155, cf. A.R.2.1123.