ἄκρῐς, -ιος, ἡ
• Morfología: [gen. -εως IG 5(1).1370.6 (Mesenia I a.C.); ac. plu. ἄκριας Hsch.]
altura, cima
ἄκριες ἠνεμόεσσαιOd.9.400, 16.365, h.Hom.27.4,
δι' ἄκριαςOd.14.2, 10.281,
ὑπὲρ ἄκριας ΑἰθιοπήωνA.R.3.1192,
Πηλίου αἰπεινὰς ... ἄκριαςA.R.1.520,
Περγαμίης ὑπὲρ ἄκ[ρι]οςOrác. en IGR 4.360.18 (Pérgamo II d.C.), cf. h.Cer.382, A.R.3.166, Hsch.