ἁμαρτάς, -άδος, ἡ
• Prosodia: [ᾰ-]
• Morfología: [ὁ ἁ. Epiph.Const.Haer.47.1]
I falta, fallo c. gen. subj.
ἁμαρτάδες βρωμάτωνfallos u omisiones de comidas Hp.Epid.4.20.
II desde el punto de vista personal
1 falta, error, negligencia, descuido por ignoracia
αἱ δὲ κατ' ἀρχὰς ἀ.los errores cometidos al principio Hp.Acut.39,
ἐπὶ τῇ ἀρχῆθεν γενομένῃ ἁμαρτάδιHdt.3.25,
διαίτηςHp.VC 20, abs. Hp.Fract.1, Hdt.1.119, A.Fr.755.
2 error material del copista, Str.13.1.54.
III
πέμπτου γονέος ἁ.Hdt.1.91,
ἐλπίζων οὐκ ἀπολέεσθαι ὑπὸ βασιλέος διὰ τὴν παρεοῦσαν ἁμαρτάδαHdt.6.29,
τὰς ἁμαρτάδας τὰς ἐς ἐμὲ ... γενομέναςHdt.8.140α, de un perjurio, Eus.Mynd.31,
ἔχειν δέ τινας ἁ]μαρτάδας ὑπὸ [ν]έου καὶ [ἄφρονος ὄντοςPhld.Sto.p.55,
κατὰ τὰς διαφορὰς τῶν ἁμαρτάδωνOlymp.in Mete.146.7
•en lit. judeo-cristiana pecado I.AI 3.230, Origenes Cels.7.5, Ath.Al.M.27.393C, Thdt.M.80.1088A.
2 ὁ ἀ. pecador Epiph.Const.Haer.47.1.