ἀφῠής, -ές
I
οὐκ ἀφυεῖς ὄνταςPl.Lg.832a, cf. R.455b,
ἐν τῷ γένει τῶν ἀνθρώπων ... εὐφυεῖς καὶ ἀφυεῖςArist.de An.421a25, c. ac.
οἱ ... σκληρόσαρκοι ἀφυεῖς τὴν διάνοιανArist.de An.421a25, c. prep. y ac.
ἐς μάθησινDemocr.B 85,
πρὸς ... τὴν σκέψινPl.Phd.96c,
πρὸς τὸ φυλοκερδεῖνX.Cyr.1.6.32,
πρὸς τὴν ... θεραπείανIsoc.15.131,
πρὸς τὸν θάνατονPhilostr.VA 7.31, de las serpientes
πρὸς τὴν στροφήνArist.PA 692a6, de un emplazamiento, sup.
πρὸς ἀμφότερα ... ἀφυέστατονPlb.4.38.1, c. dat.
ἀ. (λόφος) ... ταῖς ἑαυτῶν δυνάμεσινPlb.1.30.7.
2 simple, tonto, estúpido abs.
ψυχήS.Ph.1014,
τί ἐστιν οὕτως ἀ.Isoc.12.66,
ὦ πάντων ἀνθρώπων ἀφυέστατεCharito 7.6.10.
3 distrófico, atrófico como falsa etim. de ἀφύη:
ἀφύαι δ' ὡς ἂν ἀφυεῖς οὖσαι, τουτέστιν δυσφυεῖςAth.324d.
II adv.
1 -ῶς inadecuadamente, torpemente
ἀ. ἔχειν πρὸς τὴν ... χρῆσινArist.IA 710a5,
πρὸς οὐδέτερον ἀ. ἔχωνPlu.Aem.2,
ἀ. διακείμενοι ... πρὸς τὸ πάλιν ἀναλαμβάνεινPlb.1.88.11,
ἀ. συνέθετο ΔροσέριοςAdam.Dial.152.
2 -έστερον de manera menos natural
χρήσαιτο δ' ἂν καὶ ὁ ἴαμβος τῇ αὐτῇ ταύτῃ λέξει, ἀ. δὲ τοῦ βακχείουel yambo puede emplear ese mismo lenguaje, pero de manera menos natural que el baqueo Aristox.Rhyth.Ox.3.11.