ἀφυγιάζω
devolver la salud, curar
πάθη καὶ νοσήματά τινα ἀφυγίαζον ἐπᾴδοντεςIambl.VP 114,
εἰς τέλος ἀφυγιάζειPhilum.Ven.5.3, cf. Archig. en Gal.12.821, Paul.Aegin.5.4
•en v. pas.
ταῦτα ποίει, ἕως ἀφυγιασθῶσινPhilum.Ven.17.5.
πάθη καὶ νοσήματά τινα ἀφυγίαζον ἐπᾴδοντεςIambl.VP 114,
εἰς τέλος ἀφυγιάζειPhilum.Ven.5.3, cf. Archig. en Gal.12.821, Paul.Aegin.5.4
ταῦτα ποίει, ἕως ἀφυγιασθῶσινPhilum.Ven.17.5.