ἀτρεκής, -ές
• Alolema(s): dór. ἀτρεχής Et.Gud.229.25


I 1exacto, preciso οὐδεὶς ἂν εἴποι ἀτρεκέα ἀριθμόν Hdt.7.187, ἀτρεκὲς δὲ οὐδέν· μάλα γὰρ καὶ φύσις φύσεος ... διαφέρει Hp.Fract.7, πῶμα γὰρ ἀτρεκὲς ἡ ἐπιγλωσσίς Hp.Cord.2, τὸν ἥλιον ἐκλιπεῖν ἱστοροῦσι, ποιησάμενον ἀτρεκῆ σύνοδον πρὸς σελήνην Plu.2.320b
neutr. como adv. precisamente, con exactitud μνηστήρων οὔτ' ἄρ' δεκὰς ἀτρεκὲς ... ἀλλὰ πολὺ πλέονες no solamente una decena de pretendientes sino muchos más, Od.16.245, οὔ τοι ἅπασα κερδίων ... ἀλάθει' ἀτρεκές Pi.N.5.17, τὸ δ' ἀτρεκὲς ὄλβιος οὐδείς ninguno es completamente feliz Thgn.167, οὐ μὲν πάντα πέλει θέμις ὔμμι δαῆσαι ἀτρεκές A.R.2.312
puntualmente ἔρχετ' Ἀθαναία ἀτρεκές Call.Lau.Pall.137, ἀτρεκὲς ἔγνων supe con seguridad, AP 5.267 (Agath.), ἀτρεκὲς Ἀσσυρίης ἀπὸ πατρίδος αἷμα κομίζει Nonn.D.4.80
neutr. subst. τὸ ἀ. compar. mayor exactitud εἰ δέ τις τὸ ἀτρεκέστερον τούτων ἔτι δίζηται Hdt.5.54
sup. la máxima exactitud χαλεπὸν τυγχάνειν αἰεὶ τοῦ ἀτρεκεστάτου Hp.VM 12.

2 verdadero λόγος op. πλαστός Hp.Epid.6.8.7, μακρότερος μὲν ὁ λόγος ἂν γένοιτο, ἀτρεκέστερος δὲ οὐδαμῶς οὐδὲ πιστότερος Hp.Flat.15, cf. Aret.SA 2.3.4, 4.5, μαντεῖον Charax 5, cf. Aret.SD 2.10.12, ὕπνος Aret.SD 2.6.4, ῥόος Aret.SD 2.9.14, op. ἐοικυῖα: αἰτίην ἀτρεκέα μὲν ἴσασι μοῦνοι θεοί, ἐοικυῖαν δὲ καὶ ἄνθρωποι Aret.SD 2.12.3, εἰς ἀκοὰς ῥυθμῶν τὠτρεκὲς οὐκ ἔνεμεν AP 9.584 (Anon.), cf. Hsch.
neutr. subst. τὸ ἀ. la verdad c. verbos de ‘decir’ οὐκ ἔχω εἰπεῖν τὸ ἀ. Hdt.7.60, cf. 5.9, Aret.CD 1.4.8, c. verb. de conocimiento y percepción τὸ δὲ ἀτρεκὲς ὀλιγάκις ἔστι κατιδεῖν Hp.VM 9, τὸ ἀ. ἔδοξε ἄπιστον Aret.SD 2.12.6.

3 seguro, firme ἀτρεκεῖ κατέβα ποδί Pi.N.3.41, ἀτρεκὲς ἦτορ Parm.B 1 (ap. crít.), ἐπιστήμην δὲ καὶ γνώμην ἀτρεκῆ σχεῖν ἀδύνατον Plb.1.4.9, οὐκ ἀ. τοῦ θανάτου ἡ φυγή Aret.SD 2.9.14
neutr. adv. ἀτρεκὲς αἷμα ἔσσευα βαλών acertándoles de manera segura hice saltar la sangre, Il.5.208, ἔγνων ἀτρεκές AP 5.267 (Agath.).

4 preciso, riguroso, estricto de pers. ἀ. Ἑλλανοδίκας Pi.O.3.12, cf. Philostr.Im.2.6, (Οὐεσπασιανός) ἀτρεκῆ τὸν Ἰώσηπον ... κατελάμβανεν I.BI 3.405, ἡμέρας τε καὶ νυκτὸς ἀτρεκῆ φύλακα Plu.2.937e, cf. 1006e
de abstr. δίαιτα Hp.Mochl.42, δόξα E.Hipp.1115, cf. 261, τὴν ἀτρεκεστάτην ἀκινησίαν παντελῆ τῆς ψυχῆς ἀναχώρησιν ἰσχυρίζονται Aristid.Quint.89.21.

II adv. -έως, -ῶς

1 exactamente, con precisión c. verbos de entendimiento y lengua πάντα μάλ' ἀ. ἀγορευέμεν Il.2.10, ἀ. κατάλεξον Od.1.169, οὐκ ἔχω ἀ. εἰπεῖν Hdt.1.57, cf. 2.49, ἀ. οὐ δύναται ... ὅλῃσιν ἡμέρῃσιν ἀριθμεῖσθαι Hp.Prog.20, ἀ. ... ἱστορεῖν Hp.Praec.13, cf. Mul.1.21, Plb.3.38.1, ταῦτα ἀ. οἶδα Hdt.1.209, cf. 3.130, 5.86, 7.10, ἀ. διακρῖναι Hdt.1.172
gener. οὐ μέντοι ἀ. γε ὅμοιον Diog.Apoll.B 5, ὅταν ἀνάσχῃ μεθ' ἡλίου τὸ ἄστρον ἀ. Plu.2.974f
κληὶς ... ἢν μὲν ἀ. ἀποκαυλισθῇ si la clavícula se ha partido perpendicularmente op. παραμηκέως ‘oblicuamente’, Hp.Art.14.

2 verdadera, realmente οἳ νῦν ἐν πολλοῖς ἀ. ὀλίγοι Thgn.636, ἀ. ἐθέλοντες ὑγιέες εἶναι Hp.Praec.7, οὐκ ἔφυγον ἀ. Epigr.Gr.339.5, cf. Nonn.D.34.50, Musae.66, Colluth.306, Hsch.

3 rigurosa, estrictamente ἄνθρωπον ... ἀ. διαιτώμενον ῥᾷόν ἐστι γνῶναι Hp.Prorrh.2.3.
• Etimología: Comp. de ἀ- priv. y un tema *trekos posiblemente de una raíz *trek- c. pérdida del apéndice labial de la k-, v. ἄτρακτος.