< 2 ἀσφάρᾰγος
ἄσφε >
ἀσφαραγωνία
,
-ας, ἡ
corona de hojas de espárrago
τὴν νύμφην ... ἀσφαραγωνίᾳ στεφανοῦσιν
Plu.2.138d.