< ἀστροθεσία
ἀστροθετέω >
ἀστροθέσις
,
-εως, ἡ
1
constelación
<τῆς> ἀστροθέσεως κατανοήσας τὸ μέγεθος
Sch.Arat.636.
2
astrol.
posición de las estrellas
ref. al
horóscopo
personal
PPrincet
.75.18 (II d.C.).