ἀσπάζομαι
• Alolema(s): act. ἀσπάζω Hsch., POxy.1158.18 (III d.C.)
• Morfología: [aor. ép. ἀσπάσσατο Balbill.28.9]
I gener.
1 acoger con alegría, saludar c. ac. de pers.
ὈδυσῆαOd.22.498,
μινHes.Sc.84,
εὖ νιν ἀσπάσασθεA.A.524,
νῦν με πᾶς ἀσπάζεταιS.OT 596,
καί μ' ... στρατὸς ἐκβάντα πᾶς ἠσπάζετ'S.Ph.357,
ΣτρεψιάδηνAr.Nu.1145,
ἥκοντά με πάντες ... διὰ τἀργύριονAr.V.607,
μεγάλως ἠσπάζοντο αὐτόνHdt.1.122, cf. 2.121δ, 3.1
•saludar a distancia, desde lejos por razón de respeto
πρόσωθεν αὐτὴν ἁγνὸς ὢν ἀ.E.Hipp.102, c. matiz irón.
πόρρωθενPl.R.499a, cf. Chrm.153b
•hacer fiestas de un perro
ὃν ... γνώριμονPl.R.376a,
τοὺς ποιμέναςX.Mem.2.3.9
•c. idea de respeto saludar, presentar sus respetos
φιλύρινον ΚινησίανAr.Au.1378,
τὸν αὐτοκράτορα ΤραιανόνA.Al.8.2.29,
ἀπὸ βήματος τὸν δῆμονD.C.56.1.1,
τὸν λαμπρότατον ἡγεμόναBGU 347.1.3 (II d.C.), cf. Eu.Marc.15.18, D.H.4.39, Plu.Pomp.12
•
op. χαίρεινAr.Pl.324, c. dat. instrum., gener. c. mención expresa del gesto de salutación
δεξιῇ ἠσπάζοντο ἔπεσσί τε μειλιχίοισιIl.10.542,
χερσίνOd.3.35, cf. Nonn.D.20.356,
ἁδυπνόῳ τέ νιν ... φωνᾷPi.I.2.25,
φιλίῳ ... μύθῳNonn.D.47.44
•gener. saludar con afecto, abrazar, besar
ἄνοιξον, ἀσπάζου μεAr.Ec.971, cf. Pl.752,
τὸν ἈστυάγηνX.Cyr.1.3.2, cf. 4.2.42, 6.1.47,
τὸ τοὺς συγγενεῖς τὰς γυναῖκας καὶ οἰκείους ἄνδρας ... στόμασιPlu.Rom.1,
λέων ... χείλεϊ μειλιχίῳ ῥαχίην ... ταύρουNonn.D.41.187
•litúrg. entre los cristianos besar
τὴν ἱερὰν ... τράπεζανDion.Ar.EH M.3.393C
•dar el ósculo de paz
ἀλλήλους ἀπολάβετε καὶ ἀλλήλους ἀσπαζώμεθαCyr.H.Catech.23.3.
2 fig. acoger, abrazar
τὴν μὲν συμφορὰν ἀ., πατέρα σ' ἀνευρώνE.Io 587, cóm.
τὰς ἀμπέλους τάς τε συκάςAr.Pax 559,
οἱ ἁλιεῖς δ' αὐτοὺς (ἁλιαιέτους) ὡς εὐκτήν τινα ... ἀσπάζονταιD.P.Au.2.2, esp. las enseñanzas del cristianismo, Origenes Io.32.10 (7 p.442.5).
3 estar apegado, tener cariño, querer sinón. de ἀγαπῶ c. ac. de pers. o cosas
ὑμᾶς ἀ. ... καὶ φιλῶPl.Ap.29d,
οὐ γὰρ ἂν ... σε δυναίμην ... ἀσπάζεσθαι ἐκ τῆς ψυχῆςX.Oec.10.4,
τοὺς παῖδας ... ὥσπερ αὐτοὶ πατέρες ὄντεςLys.2.75,
πάντα οἶνονPl.R.475a,
τὰ χρήματαPl.R.330c,
τὸ μέσονPl.Lg.792d,
δόξαν ... πλοῦτον ... ἡδονήνS.E.M.11.44,
τὸ ἠθικὸν μέροςS.E.M.7.11,
τὸ καλόνPlu.2.767a, cf. 143b
•de anim.
αἱ δὲ (κύνες) ἀσπαζόμεναι τὰ ψευδῆ(las perras) con querencia por las pistas falsas X.Cyn.3.7.
4 c. inf. desear gratamente, alegrarse
εὐωχεῖσθαιPhilostr.VA 2.7,
προσδοῦναι οἱ τῆς αὐτῶν σοφίαςPhilostr.VA 2.31,
ἁρμόσαι οἱ τὴν ἑαυτοῦ θυγατέραPhilostr.VS 610.
II en cont. de despedida despedirse, saludar
τὴν ταλαίπωρον πόλινE.Tr.1276,
δότ' ἀσπάσασθαι μητρὶ δεξιὰν χέραE.Med.1070,
τοὺς αὑτῶνLys.13.39,
ἐπεὶ ... ἔμελλεν ἀπιέναι, ἦλθε πρὸς τὸν Ἀγησίλαον ἀσπασόμενοςX.HG 4.1.5, cf. An.7.1.8
•besar
σ' ὡς τεκοῦσ' ἀ.E.Io 1363, cf. Med.1401,
κύκλα θυράωνNonn.D.4.204
•esp. en fórmulas epistolares despedirse cariñosamente, mandar besos
τοὺς Κρατίνου υἱεῖςE.Ep.2.17, cf. 20,
τὸν υἱόνPOxy.2679.12 (II d.C.), cf. BGU 2129.22 (II d.C.), PHamb.37.10 (II d.C.),
σε, ἄδελφεPWash.Univ.30.32 (III d.C.), cf. POxy.1158.18 (III d.C.),
τὴν γυναῖκα καὶ τὰ παιδίαPCair.Isidor.132.17 (III d.C.), cf. 15
•en lit. crist.
ὑμᾶς ἐν Κυρίῳ1Ep.Cor.16.19, cf. 2Ep.Cor.13.12, Ep.Phil.4.21.
• DMic.: a-pa-si-jo-jo.
• Etimología: Quizá prest. rehecho a partir de σπάω c. ἀ- protética, o bien de *n̥- grado ø de ἐν. Otros postulan ἀσ- < n̥s- grado ø de ἔνς > εἰς.