< ἀρχισωματοφύλαξ
ἀρχιτεκτόνευμα >
ἀρχιταβλάριος
,
-ου, ὁ
lat.
architabellarius
,
encargado del registro
,
registrador mayor
ἀ. Αἰγύπτου
OGI
707.6 (Tiro II d.C.).