< ἀρχιδιδάσκαλος
ἀρχιδικαστής >
ἀρχιδικαστεία
,
-ας, ἡ
• Alolema(s):
-ία
POxy
.1472.4 (II d.C.)
cargo de juez supremo
,
POxy
.l.c.,
BGU
231.6,
PFlor
.40.5,
PLond
.908.13, 1222.4 (II d.C.).