< ἀρχέπλουτος
ἀρχέπολις >
ἀρχεπολία
,
-ας, ἡ
quizá
junta rectora de la ciudad
ἀφικετεύεν ἐς [ἀρχε]πολίαν καὶ τριφυλίαν
dud. en
SEG
9.72.132 (Cirene IV a.C.).