ἀρρεψία, -ας, ἡ


equilibrio, tranquilidad del ánimo σύμβολον οὖν καὶ ἡ κάθετός ἐστιν ἀρρεψίας Hero Def.136.11, ἡ γὰρ σιωπὴ σύμβολόν ἐστι τῆς ἀρρεψίας Procl.in Alc.63, cf. SB 7183.3 (III a.C.), D.L.9.74, S.E.P.1.190.