ἀριστεία, -ας, ἡ
• Alolema(s): jón. -είη Hdt.2.116, AP 7.312 (Asinius Quadratus)
• Prosodia: [ᾰ-]
1 excelencia
κράτος ἀριστείαςel triunfo de ser el mejor S.Ai.443,
ἡ αὐτῶν ἀ.Lycurg.71,
τῆς ὅλης ἀριστείας ἀγωνιστήςPl.Lg.943b,
τοῦ κατὰ τὴν ἀριστείαν ἐπαίνουD.S.4.34,
ἀριστείας ... γέραςAlciphr.2.34.2,
ἀριστείης σύμβολαAP.l.c.,
τὸ τῆς ἀριστείας ἆθλονD.C.35.2.
2 primer puesto, hazaña(s)
ἐν Διομήδεος ἀριστείῃHdt.l.c., de donde
Διομήδους, Ἀγαμέμνονος, Μενελάου ἀ.tít. de Il.5, 11, 17, cf. Cic.Att.419
•en plu. hechos gloriosos, hazañas Gorg.B 11a,
αἱ ἀ. αἱ κατὰ πόλεμονhazañas bélicas Pl.Lg.942d,
τὸν ἐπὶ ταῖς ἀριστείαις διδόμενον στέφανονPlu.2.202c, fig., de los padecimientos de los cristianos, Ast.Am.Hom.10.3.3.