< ἀργυροζώμιον
ἀργῠροθήκη >
ἀργῠρόηλος
,
-ον
tachonado de plata
ξίφος
Il
.2.45,
φάσγανος
Il
.14.405,
μαχαίριον
Clem.Al.
Paed
.2.3.37,
θρόνος
Il
.18.389,
Od
.7.162.