ἀπᾰναίνομαι
• Alolema(s): tb. -ναμαι PGrenf.1.col.1.5 (II a.C.)


1 abs. decir que no, negarse οἱ δ' οὐ γιγνώσκοντες ἀπηνήναντο Il.7.185, ῥηίδιον δ' ἀπανήνασθαι Hes.Op.454, ἔλαβέ μ' ἔρως, οὐκ ἀπαναίνομαι Lyr.Alex.Adesp.1.10
oponerse A.Eu.972, cf. Sch.A.Th.1060, Hsch.
c. inf. πρὸς ἀνθρώπων) ... φῦλον ὁμιλ[εῖν Hes.Fr.73.4.

2 c. ac. rechazar θεοῦ εὐνήν Od.10.297, νύμφαν Pi.N.5.33, τὸν ἄνδρα Hp.Mul.2.179, κουριδίας ... γυναῖκας A.R.1.611, ἱκέτην LXX Si.4.4, νουθέτημα LXX Ib.5.17, 1Ep.Clem.56.6, (ὕδωρ) Plu.2.132b, ἡμέας ἀμφοτέρους Nonn.D.8.274.