< ἀπόψηκτρον
ἀπόψηξις >
ἀπόψημα
,
-ματος, τό
raspaduras
,
desechos
τὰ καταλιμπ[ανόμενα] ἀ.
PCair.Zen
.9c (III a.C.), cf. Dsc.5.75, Hsch.s.u.
μαριλοκαυτῶν
.