ἀπόβλητος, -ον
• Morfología: [tb. -ή, D.L.7.127, Iambl.Myst.1.19]
I
οὔ τοι ἀπόβλητον ἔπος ἔσσεταιIl.2.361,
χριστιανῶν δόξαι ἀπόβλητοι ... ἐν πάσῃ τῇ Ῥωμαίων ἀρχῇProcop.Arc.11.
2 expulsado, excluido c. gen., en lit. crist.
τῆς Ἐκκλησίας εἶεν ἂν ἀπόβλητοιEus.E.Th.1.6,
τῆς εὐχῆςGr.Nyss.M.45.229A.
II
θεῶν ... δῶραIl.3.65,
γίγαρτονSimon.72D.,
τούτων πρᾶξιςLuc.Philopatr.17,
γῆPh.2.294,
βρῶμα1Ep.Ti.4.4, ref. a la materia c. la que se construye una imagen, Gr.Nyss.Or.Catech.26, cf. Aq.Le.7.18
•moralmente reprobable
μόνην τὴν ἐν κακίᾳ ζωὴν κρίνων ἀπόβλητονGr.Nyss.M.46.940A
•c. dat.
οὐδ' ἵππων εὔνοια θηραταῖς καὶ ἱπποτρόφοιςPlu.2.821a
•de pers. Hp.Ep.10,
ἐκ Σαλώμη[ς τ]ῆς Ἰουδα[ίας υ]ἱὸς [ἀπό]βλητοςA.Al.4.3.12,
ὡς μὴ ἀπόβλητος καὶ περιττὸς εἴηςLuc.Merc.Cond.27, cf. Tox.37, Al.De.7.26, c. dat.
ἀπόβλητοι ἂν εἶεν τοῖς ἐρωμένοιςPlot.6.7.31.
2 que puede perderse
ἀρετὴν ... ἀποβλητὴν διὰ μέθηνD.L.l.c., de la unión natural entre seres heterogéneos
ἐπίκτητός τε παραγίγνεται ... καὶ ἀποβλητήIambl.l.c.