ἀπραγμοσύνη, -ης, ἡ


I en cont. neg.

1 abstención de la vida pública ὁ Σωκράτης ἐπισκώπτων τὴν αὑτοῦ ἀπραγμοσύνην X.Mem.3.11.16, ἡ Νικίου τῶν λόγων ἀ. Th.6.18, cf. 1.32, ἀλλὰ ἀπραγμοσύνης ἐρῶν ἐκεῖ οἰκῆσαι Philostr.VA 7.25.

2 descuido, indolencia, desidia εἴ τις ... ἀπραγμοσύνῃ ἀνδραγαθίζεται Th.2.63, οἵτινες ἂν διὰ τὴν αὑτῶν ἀπραγμοσύνην ἄκοντές τι τῶν γεγραμμένων παραβῶσιν D.58.24, ἀσχολία καὶ ἀ. D.21.141, ἐκ τῆς ἀπραγμοσύνης φύεται πράγματα Alciphr.2.26.2, cf. Poll.6.134.

II en cont. posit. tranquilidad, ocio μίλακος ὄζων καὶ ἀπραγμοσύνης Ar.Nu.1007, τὴν ... ἡσυχίαν καὶ τὴν ἀ. ἀγαπῶν Isoc.15.151, ἀπραγμοσύνῃ, ᾗ πρότερον συνέζων οἱ ἄνθρωποι I.AI 1.61, τὸ τερπνὸν τῆς ἀπραγμοσύνης la satisfacción de una política de paz D.C.8.1, de la vida monástica, Chrys.Sac.6.7.35, de las vírgenes, Chrys.M.61.160, cf. M.58.569
frec. en pap. discreción, carácter tranquilo καταφρονῶν [ἡμῶν τῆς ἀπραγμο]σύνης POxy.2410.4 (II d.C.), cf. PRyl.659.8 (IV d.C.), SB 9622.19 (IV d.C.), PAnt.36.13 (IV d.C.)
de ahí inexperiencia en los negocios περι[φ]ρονοῦντές μου τῆς ἀπραγμ[οσύνης POxy.71.2.16 (IV d.C.), cf. BGU 340.22 (II d.C.), Gr.Naz.Ep.14.

III exención de las liturgias, SIG 876.8 (Esmirna II d.C.), ἀτέλεια, ἀπραγμοσύνη, ἄνεσις Poll.8.156.

IV una planta silvestre Ar.Byz. en Sch.Ar.Nu.1007.