ἀποτάσσω
• Alolema(s): át. ἀποτάττω
I tr.
1 poner aparte c. ac. y dat.
τιν' αὐτῷ χώρανPl.Tht.153e
•designar c. ac.
τὰς λοιπὰς (φυλακάς)Plb.6.35.3,
ἱππεῖς καὶ δυνάμειςLXX 1Ma.15.41
•c. ac. y prep. c. ac.
ἕνα τῶν περὶ σὲ ὑπηρετῶν εἰς τὴν ΣενέπταPOxy.475.27 (II d.C.),
τὸν δὲ Φιλήμενον ἀπέταξαν ἐπὶ τὰς κυνηγίαςPlb.8.25.5
•en v. med. misma constr. y sent.
πλείους ἀποτάττονται πρὸς τοῦτο ἡμίσεωνdesignan más de la mitad de las fuerzas para esto Plb.10.16.3
•en v. pas.
ἀποτεταγμένη ἀρχήArist.Pol.1322a26,
χῶρος ἀποτεταγμένοςPlu.2.120b, c. dat.
τῇ κατοικίᾳPFay.12.27 (II a.C.), c. εἰς c. ac.
τὸ ἀργύριον ... τὸ ἀπ[ο]τεταγμέ[ν]ον ... [ε]ἴς τ[ε] τὴν δημο[θο]ινίανIG 12(7).515.91 (Amorgos II a.C.),
εἰς τὸν στέφανονIG 12(5).653.55 (Siros I a.C.),
εἰς ἄλλαBCH 46.1922.397 (Milasa),
εἰς τὰς φυλακάςPlb.6.35.6,
εἰς τὴν φυλακήνPlb.6.36.8, c. πρός c. ac.
πρὸς τὴν ἀνάβασινPlb.8.37.7,
πρὸς τὴν ἐπιμέλειανPlb.10.18.9, 10,
πρὸς τὴν ἀπάντησινPlb.11.27.3.
2 apartar c. ac. y gen.
τόπον ... τοῦ κόσμουPhilostr.VA 3.35,
τῶν ἄλλων Φλεγυῶν ... ἑαυτόνPhilostr.Im.2.19.2
•en v. med. apartar de sí, repudiar a los hijos
τὰ ἴδια τέκνα δι' ἀπορίανHorap.2.99,
ὑμᾶςPMasp.353a.16 (VI d.C.),
σεPMasp.97ue.d.55 (VI d.C.).
3 inscribir
ὁ γυμνασίαρχος ... ἀπέταξεν τοὺς ἐφ' ἑαυτῶι γενομένους ἐφήβουςCRAI 1939.222 A 13, 224 B 11 (Dalmacia I d.C.).
4 uso esp. en v. med.-pas. ceder, transferir
ὁμολογῶ ἀποτετάχθαι ὑμῖν τὸ μέρος οἰκίαςPLond.1730.16 (VI d.C.), cf. PMonac.10.11 (VI d.C.).
II intr. en v. med.
1 apartarse abs., Arist.HA 585b36, Act.Ap.18.21
•retirarse del mundo Pall.H.Laus.35.9
•c. dat. de pers. apartarse, separarse de
αὐτοῖςEu.Marc.6.46,
ΣικιμίταιςI.AI 11.344,
ἑαυτοῖςThphl.Ant.Autol.2.1,
τῷ ἀγγέλῳ γῆς πονηρίαςHerm.Mand.6.2.9,
τοῖς φίλοιςLib.Decl.45.28,
μοιPCair.Isidor.74.14 (IV d.C.),
τῷ βασιλεῖVit.Aesop.G 111
•despedirse de
τοῖς εἰς τὸν οἶκόν μουEu.Luc.9.61,
σοιBGU 884.2.14 (II/III d.C.), cf. Phryn.15
•librarse de una persona
αὐτῷPOxy.298.31 (I d.C.).
2 c. dat. de abstr. renunciar a
πᾶσιν τοῖς ἑαυτοῦ ὑπάρχουσινEu.Luc.14.33,
τροφῇ καὶ ποτῷ καὶ τοῖς ἡδέσινI.AI 11.232,
ταῖς μίξεσιde vírgenes, Sor.21.28,
(παρθένος) ἀποταξαμένη τῷ γάμῳBasil.Ep.199.18,
τοῖς ἄλλοις πάθεσιPh.1.116,
σου τῇ φιλίᾳAesop.35,
οἰνοποσίᾳ ... καὶ κρεωφαγίᾳ καὶ ... πολυφαγίᾳIambl.VP 13,
τῷ κόσμῳpara entrar en la vida monástica, Basil.Ep.207.26,
ταῖς πονηραῖς ἀρχαῖςClem.Al.Ex.Thdot.77.1,
πάσαις ... ταῖς τοῦ βίου φροντίσινEus.HE 2.17.5,
ἀποτάσσεσθαι τῷ βίῳrenunciar a la vida, suicidarse, Cat.Cod.Astr.8(3).136.17
•c. gen.
ἀ. τῆς βασιλείαςabdicar Io.Mal.Chron.12.312
•abs. renunciar, retirarse de una obligación, POxy.904.8 (V d.C.).