ἀποσυμβιβάζω
saldar deudas, liquidar un déficit
τὸν λόγον τῶν ὀφειλομένωνPUps.Frid.10.17 (III d.C.),
ἔχθεσινPMed.86.5 (IV/V d.C.), POxy.136.25 (VI d.C.)
•en v. pas.
τὰ ὀφείλ(οντα) ἀποσυμβιβασθ(ῆναι)POxy.2029.6 (VI d.C.).
τὸν λόγον τῶν ὀφειλομένωνPUps.Frid.10.17 (III d.C.),
ἔχθεσινPMed.86.5 (IV/V d.C.), POxy.136.25 (VI d.C.)
τὰ ὀφείλ(οντα) ἀποσυμβιβασθ(ῆναι)POxy.2029.6 (VI d.C.).