< ἀποπᾰτέω
ἀποπάτησις >
ἀποπάτημα
,
-ματος, τό
• Prosodia:
[-πᾰ-]
deposición
,
excremento
Hp.
Morb
.2.46, Gal.8.257,
ἀλώπεκος
Eup.306,
ἀνθρώπου
Ael.
NA
3.26,
αἰγῶν
Sch.Nic.
Th
.932.